Βία και Συγκρούσεις στη Σουέιντα: Ένας Νέος Απολογισμός Θανάτων
Συγκρούσεις μεταξύ φυλών Βεδουίνων και τοπικών μαχητών στην πόλη Σουέιντα, η οποία κατοικείται κυρίως από Δρούζους στη νότια Συρία, έχουν προκαλέσει τον θάνατο τουλάχιστον 18 ατόμων, σύμφωνα με νεότερο απολογισμό του Συριακού Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Όπως αναφέρεται, οι τοπικές Αρχές έχουν στείλει ενισχύσεις στην περιοχή σε μια προσπάθεια να κατευνάσουν την αυξανόμενη ένταση. Αυτές οι συγκρούσεις αναπαράγουν τις σοβαρές επιθέσεις που είχαν σημειωθεί τον Απρίλιο και τον Μάιο, όταν συριακές δυνάμεις ασφαλείας ήρθαν σε σύγκρουση με Δρούζους μαχητές, αφήνοντας πίσω τους δεκάδες νεκρούς.
Από την μέχρι στιγμής καταγραφή του περιστατικού, τουλάχιστον 18 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους, περιλαμβάνοντας 14 Δρούζους, εκ των οποίων ένα παιδί, καθώς και τέσσερις Βεδουίνους. Η βρετανική μη κυβερνητική οργάνωση είχε προηγουμένως αναφέρει ότι υπάρχουν 40 τραυματίες λόγω των συγκρούσεων.
Ο ειδησεογραφικός ιστότοπος Sweida 24, επικαλούμενος ιατρικές πηγές, δήλωσε ότι οι ένοπλες συγκρούσεις και οι ανταλλαγές πυρών σημειώνονται στη συνοικία Μάκους, στην ανατολική πλευρά της Σουέιντα. Εντωμεταξύ, ο αυτοκινητόδρομος που συνδέει τη Δαμασκό με τη Σουέιντα έχει κλείσει λόγω της βίας, με τις αρχές να συνεχίζουν να κάνουν απολογισμούς για την κατάσταση.
Σύρος κυβερνητικός αξιωματούχος, ο οποίος ζήτησε να παραμείνει ανώνυμος, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι οι Αρχές έχουν στείλει δυνάμεις στην περιοχή για να εκτονωθεί η ένταση. Παράλληλα, ο κυβερνήτης της Σουέιντα, κύριος Μουσταφά αλ Μπακούρ, κάλεσε τους κατοίκους να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να ανταποκριθούν στις εθνικές εκκλήσεις για μεταρρύθμιση.
Με περίπου 700.000 κατοίκους, η επαρχία Σουέιντα φιλοξενεί τη μεγαλύτερη κοινότητα Δρούζων στη Συρία. Οι εντάσεις μεταξύ Δρούζων και Βεδουίνων είναι μακροχρόνιες, με τη βία να ξεσπά περιστασιακά μεταξύ των δύο κοινοτήτων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι συγκρούσεις τον Απρίλιο και τον Μάιο είχαν σοβαρές συνέπειες, με δεκάδες νεκρούς, πριν από την επίτευξη συμφωνιών από τους τοπικούς και θρησκευτικούς ηγέτες για αποκλιμάκωση και καλύτερη ενσωμάτωση των Δρούζων μαχητών στις νέες δομές εξουσίας.